- χορδωτά
- Τύπος μεταζώων με αμφίπλευρη συμμετρία, το σώμα των οποίων διασχίζεται ολόκληρο ή κατά ένα μέρος –σε όλη τη ζωή τους ή μόνο στην εμβρυϊκή και νεανική περίοδο– από 3 αξονικά όργανα, που ακολουθούν πορεία από τη ράχη προς την κοιλιά και είναι: ο άξονας του νευρικού συστήματος, η χορδή ή νωτοχορδή και ο πεπτικός σωλήνας. Η χορδή είναι ένα υποστήριγμα, ημίσκληρο και ελαστικό, που διασχίζει σε όλο το μήκος το σώμα του εμβρύου και, σε ορισμένες ομάδες, του ακμαίου ατόμου· αποτελείται από μεγάλα κενοτοπικά κύτταρα, κλεισμένα σε στερεή μεμβράνη. Πάνω σε αυτήν είναι προσκολλημένο το μυϊκό σύστημα, που στα σπονδυλωτά είναι μεταμερικό, αποτελείται δηλαδή από πολλά μυϊκά τμήματα, που επαναλαμβάνονται κατά μήκος του άξονα του σώματος, δεξιά και αριστερά της ίδιας της χορδής. Άλλα βασικά χαρακτηριστικά των χ. είναι ο φάρυγγας - βράγχιο και τα αιμοφόρα αγγεία. Ο πρώτος αποτελείται από το μπροστινό τμήμα του πεπτικού σωλήνα, που εμφανίζει σε κάθε πλευρά μια σειρά ανοιγμάτων τα οποία λέγονται βραγχιακές σχισμές και θέτουν σε επικοινωνία τον φάρυγγα με το εξωτερικό. Το όργανο αυτό στα υδρόβια ζώα χρησιμεύει στην αναπνοή: το νερό, που μπαίνει από το στόμα, βγαίνει από τις βραγχιακές σχισμές, τα τοιχώματα των οποίων διαποτίζονται από αίμα, που εδώ εκτελεί τις αεριώδεις ανταλλαγές. Το κυριότερο αιμοφόρο αγγείο (καρδιά των σπονδυλωτών), που βρίσκεται σε κοιλιακή θέση σε σχέση με τον πεπτικό σωλήνα σπρώχνει το αίμα στο μπροστινό τμήμα του σώματος και στα αναπνευστικά όργανα· στη ραχιαία πλευρά, σε σχέση με τον πεπτικό σωλήνα, βρίσκεται ένα άλλο μεγάλο αγγείο στο οποίο το αίμα ρέει από το μπροστινό τμήμα του σώματος στο ουραίο άκρο.
Τα χ. διακρίνονται, ανάλογα με το αν δεν έχουν ή έχουν σπονδυλική στήλη (σκελετό) και κατά συνέπεια κρανίο και εγκέφαλο, σε πρωτοχορδωτά ή ακράνια και σπονδυλωτά ή κρανιωτά.
* * *τα, Νζωολ. μείζον φύλο που αποτελείται από τρεις υποσυνομοταξίες, τα χιτωνόζωα, τα κεφαλοχορδωτά και τα σπονδυλόζωα.[ΕΤΥΜΟΛ. < χορδή + κατάλ. -ωτά, πληθ. ουδ. τού -ωτός (πρβλ. οδοντ-ωτός, σπονδυλ-ωτός)].
Dictionary of Greek. 2013.